ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ ΣΕ ΟΛΠ ΚΑΙ ΟΛΘ
Πέμπτη, 6 Αυγούστου 2020
Προς: 1. Αρχή Kαταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες - Μονάδα Γ'
2. Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά
3. Εθνική Αρχή Διαφάνειας
Κοιν: Εισαγγελία Αρείου Πάγου
ΑΠ.ΕΞ. 4/2020
ΘΕΜΑ: Αίτημα για διεξαγωγή πλήρους και ενδελεχούς ελέγχου αναφορικά με τη υποβολή ή μη υποβολή δηλώσεων «ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ» από στελέχη ΟΛΠ ΑΕ και ΟΛΘ ΑΕ
Αξιότιμε κ. Πρόεδρε Αρχής Kαταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες
Αξιότιμε κ. Εισαγγελέα Αρείου Πάγου
Αξιότιμε κ. Προϊστάμενε Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά
1. Είμαι επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Διαφάνειας Λιμενικού Συστήματος, το οποίο αποτελεί προς το παρόν ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα, με σκοπό την άσκηση δημόσιου, δημοκρατικού, κοινωνικού ελέγχου στο ελληνικό λιμενικό σύστημα. Με την ανωτέρω ιδιότητά μου, τίθενται υπόψιν Σας τα εξής:
2. Σύμφωνα με τη σαφή και μη επιδεχόμενη αμφισβήτηση διάταξη της περίπτωσης λθ' της παρ. 1 του α. 1 ν. 3213/2003:
«[Δήλωση της περιουσιακής τους κατάστασης, των συζύγων τους ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και των ανήλικων τέκνων τους υποβάλλουν]ο Ιδιοκτήτης, οι Εταίροι, οι Βασικοί Μέτοχοι, τα εκτελεστικά μέλη οργάνου διοίκησης και τα διευθυντικά στελέχη ελληνικών επιχειρήσεων που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην Ελλάδα και φέρουν οποιαδήποτε από τις ανωτέρω ιδιότητες σε αλλοδαπές επιχειρήσεις που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, εφόσον το αντικείμενό τους υπερβαίνει τα αναφερόμενα στην περίπτωση ια' ποσά ανά περίπτωση.»
Περαιτέρω, σύμφωνα με την παρ. 2 εδ. ε΄ ίδιου ανωτέρω άρθρου:
«Κατ' εξαίρεση, δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων, αρχικές με απόκτηση ιδιότητας υπόχρεου τα έτη 2016, 2017, 2018 και ετήσιες των ετών 2016 (χρήση 2015), 2017 (χρήση 2016) και 2018 (χρήση 2017) υποβάλλονται από 18.2.2019 έως 30.4.2019.»
Εξάλλου, σύμφωνα με τις παρ. 2 - 5 α. 6 ίδιου ανωτέρω νόμου:
«2. Υπόχρεος που παραλείπει να υποβάλει δήλωση μετά την πάροδο εξήντα (60) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας της παραγράφου 2 του άρθρου 1 ή υποβάλλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση, τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Ανακριβής είναι και η δήλωση, όταν τα δηλωθέντα περιουσιακά στοιχεία ή η επαύξηση αυτών δεν δικαιολογείται από τα πάσης φύσεως, νομίμως αποκτηθέντα εισοδήματα του υπόχρεου. Αν ο υπόχρεος τελεί το αδίκημα με σκοπό την απόκρυψη περιουσιακού στοιχείου αξίας ανώτερης των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.
3. Ο υπαίτιος του τρίτου εδαφίου» της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, αν η συνολική αξία της αποκρυπτόμενης περιουσίας του ιδίου και των λοιπών προσώπων για τα οποία αυτός οφείλει να υποβάλει δήλωση υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ, ανεξαρτήτως αν η απόκρυψη επιχειρείται με τη μη υποβολή δήλωσης ή την υποβολή ελλιπούς ή ανακριβούς δήλωσης.
4. Αν οι πράξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 τελέστηκαν από αμέλεια, επιβάλλεται χρηματική ποινή. Το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις περιστάσεις, μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες.
5. Τρίτος ο οποίος εν γνώσει του συμπράττει στην υποβολή ανακριβούς δήλωσης και ιδίως στην παράλειψη δήλωσης περιουσιακών στοιχείων τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή, εκτός αν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη».
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τις παρ. 1 - 2 και 4 ίδιου ανωτέρω νόμου:
«1. Ο σύζυγος, ο εν διαστάσει σύζυγος ή το μέρος του συμφώνου συμβίωσης που παραλείπει να δηλώσει τα δικά του περιουσιακά στοιχεία ή των ανηλίκων τέκνων τους μετά την πάροδο της προθεσμίας των ενενήντα (90) ημερών από την κλήση του οργάνου ελέγχου, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 2, ή δηλώσει αυτά ανακριβώς ή ελλιπώς, τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Ανακριβής είναι και η δήλωση, όταν τα δηλωθέντα περιουσιακά στοιχεία ή η επαύξηση αυτών δεν δικαιολογείται από τα πάσης φύσεως, νομίμως αποκτηθέντα εισοδήματα του υπόχρεου. Σε περίπτωση που τα ανωτέρω πρόσωπα τελούν το αδίκημα με σκοπό την απόκρυψη περιουσιακού στοιχείου αξίας ανώτερης των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.
2. Ο υπαίτιος του τρίτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, αν η συνολική αξία των αποκρυπτόμενων περιουσιακών στοιχείων των ιδίων και των ανηλίκων τέκνων τους υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ, ανεξαρτήτως αν η απόκρυψη επιχειρείται με τη μη υποβολή δήλωσης ή την υποβολή ελλιπούς ή ανακριβούς δήλωσης.
...........................................................................................................................................
4. Τρίτος, ο οποίος εν γνώσει του συμπράττει στην υποβολή ανακριβούς δήλωσης και ιδίως στην παράλειψη δήλωσης περιουσιακών στοιχείων, τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή, εκτός αν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.»
Εξάλλου, σύμφωνα με το α. 19 παρ.1 ίδιου ανωτέρω νόμου:
«Οι υπόχρεοι σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης κατά το ν. 3213/2003 υποβάλλουν, στην ίδια προθεσμία, Δήλωση Οικονομικών Συμφερόντων των ιδίων, των συζύγων ή των προσώπων με τα οποία έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης.....».
3. Από τη γραμματική διατύπωση της περ. λθ' παρ. 1 α. 1 ν. 3213/03 καθίσταται σαφές και αδιαμφισβήτητο ότι υποχρέωση υποβολής δήλωσης «ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ» και Δήλωσης Οικονομικών Συμφερόντων φέρουν τα κάτωθι πρόσωπα:
- ο Ιδιοκτήτης, οι Εταίροι, οι Βασικοί Μέτοχοι, τα εκτελεστικά μέλη οργάνου διοίκησης και τα διευθυντικά στελέχη ελληνικών επιχειρήσεων που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις,
-τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην Ελλάδα και φέρουν οποιαδήποτε από τις ανωτέρω ιδιότητες σε αλλοδαπές επιχειρήσεις που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις,
εφόσον το αντικείμενο των ανωτέρω δημοσίων συμβάσεων υπερβαίνει το όριο των 150.000 ΕΥΡΩ.
Είναι, ομοίως, πρόδηλο και αδιαμφισβήτητο ότι για την γέννηση της εν λόγω υποχρέωσης αρκεί να πρόκειται για ελληνικές ή αλλοδαπές επιχειρήσεις, οι οποίες συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις άνω των 150.000 ΕΥΡΩ, χωρίς να τίθεται οποιαδήποτε άλλη προϋπόθεση αναφορικά με τον τρόπο σύναψης, το αντικείμενο ή την κατηγορία της δημόσιας σύμβασης.
4. Επειδή στις 24/6/2016 ανάμεσα στο Ελληνικό Δημόσιο και στην υπό κρατική ακόμα ιδιοκτησία ΟΛΠ ΑΕ συνήφθη δημόσια σύμβαση, που τιτλοφορείται «Σύμβαση Παραχώρησης σχετικά με τη Χρήση και την Εκμετάλλευση Ορισμένων Χώρων και Περιουσιακών Στοιχείων εντός του Λιμένος Πειραιώς». Η ανωτέρω σύμβαση κυρώθηκε με το ν. 4404/2016. Η ΟΛΠ ΑΕ ιδιωτικοποιήθηκε τον Αύγουστο 2016 με τη μέθοδο της μεταβίβασης των περιελθόντων στο ΤΑΙΠΕΔ μετοχών ποσοστού 51%, αλλά ουδέποτε έπαυσε να αποτελεί ελληνική επιχείρηση. Εξάλλου, η προαναφερόμενη Σύμβαση Παραχώρησης περιέχει ειδικές ρήτρες, που αποκλείουν οποιοδήποτε μετασχηματισμό της ΟΛΠ ΑΕ σε μη ελληνική επιχείρηση. Συγκεκριμένα:
σύμφωνα με τον όρο 13.1 ανωτέρω Σύμβασης Παραχώρησης η ΟΛΠ ΑΕ απαγορεύεται να προβεί χωρίς τη συναίνεση του Ελληνικού Δημοσίου σε (α) πραγματοποίηση εταιρικού μετασχηματισμού, συνένωσης, αποσυγχώνευσης, συγχώνευσης ή εταιρικής ανασυγκρότησης οποιουδήποτε είδους, (β) κοινοπραξία ή παρόμοια σύμβαση αναφορικά με δραστηριότητες ή λειτουργίες που υπόκεινται στην Σύμβαση Παραχώρησης, (γ) μεταβίβαση ή εκχώρηση, άμεσα ή έμμεσα, δικαιώματος ή/και υποχρέωσης που υπόκειται στην Σύμβαση Παραχώρησης, σε εργολάβο, πάροχο υπηρεσιών ή άλλο τρίτο μέρος, είτε συνδεδεμένο με τον ΟΛΠ είτε όχι, με άλλον τρόπο πλην Υπεργολαβίας ή Υπο- παραχώρησης
5. Επειδή περαιτέρω, από το καταστατικό της ΟΛΠ ΑΕ συνάγεται ότι και μετά την ιδιωτικοποίησή της πρόκειται για επιχείρηση, η οποία εδρεύει στην Ελλάδα (Πειραιάς Αττικής), διοικείται από την Ελλάδα (εντός της οποίας κατά κανόνα συνεδριάζει το Διοικητικό Συμβούλιο) και διέπεται από την ελληνική εταιρική, φορολογική και λοιπή νομοθεσία.
Επειδή επιπρόσθετα, η ΟΛΠ ΑΕ έχει ελληνικό ΑΦΜ, υπέχει υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης στην Ελλάδα και διατηρεί εντός αυτής περιουσιακά στοιχεία
6. Επειδή, επομένως, δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι η ΟΛΠ ΑΕ αποτελεί ελληνική επιχείρηση, η οποία έχει συνάψει δημόσια σύμβαση και συγκεκριμένα δημόσια σύμβαση παραχώρησης με αντικείμενο άνω των 150.000 ΕΥΡΩ που κυρώθηκε και με νόμο. Για το λόγο αυτό, ο Ιδιοκτήτης, οι Εταίροι, οι Βασικοί Μέτοχοι, τα εκτελεστικά μέλη οργάνου διοίκησης και τα διευθυντικά στελέχη της ΟΛΠ ΑΕ υποχρεούνται να υποβάλουν προσηκόντως δήλωση «ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ» και Δήλωση Οικονομικών Συμφερόντων.
7. Επειδή τα αναφερόμενα σε παρ. 4 - 6 παρόντος ισχύουν mutatis mutandis και για την ΟΛΘ ΑΕ, η οποία έχει συνάψει δημόσια σύμβαση και συγκεκριμένα δημόσια σύμβαση παραχώρησης με αντικείμενο άνω των 150.000 ΕΥΡΩ που κυρώθηκε με το ν. 4522/2018. Η ΟΛΘ ΑΕ αποτελεί ομοίως ελληνική επιχείρηση, διότι εδρεύει στην Ελλάδα, διοικείται από την Ελλάδα (το Διοικητικό Συμβούλιο συνεδριάζει στη Θεσσαλονίκη), διέπεται από την ελληνική εταιρική, φορολογική και λοιπή νομοθεσία, έχει ελληνικό ΑΦΜ, υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης στην Ελλάδα και διατηρεί εντός αυτής και περιουσιακά στοιχεία.
8. Επειδή, επομένως, δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι η ΟΛΘ ΑΕ αποτελεί ελληνική επιχείρηση, η οποία έχει συνάψει δημόσια σύμβαση και συγκεκριμένα δημόσια σύμβαση παραχώρησης με αντικείμενο άνω των 150.000 ΕΥΡΩ που κυρώθηκε και με νόμο. Για το λόγο αυτό, ο Ιδιοκτήτης, οι Εταίροι, οι Βασικοί Μέτοχοι, τα εκτελεστικά μέλη οργάνου διοίκησης και τα διευθυντικά στελέχη της ΟΛΘ ΑΕ υποχρεούνται να υποβάλουν προσηκόντως δήλωση «ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ» και Δήλωση Οικονομικών Συμφερόντων.
9. Επειδή διευθυντικά στελέχη κατά την έννοια του άρθρου 2 εδ. α' της Διεθνούς Συμβάσεως της Ουάσιγκτον "περί περιορισμού των ωρών εργασίας στις βιομηχανικές επιχειρήσεις", που κυρώθηκε με το ν. 2269/1920, ως πρόσωπα που κατέχουν θέσεις εποπτείας ή διευθύνσεως ή εμπιστοσύνης, επί των οποίων κατά τη σύμβαση αυτή δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της που αναφέρονται στο νόμιμο ημερήσιο ή εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των μισθωτών, θεωρούνται εκείνα στα οποία, λόγω του ότι διαθέτουν εξαιρετικά προσόντα ή τους έχει ιδιαίτερη εμπιστοσύνη ο εργοδότης, ανατίθενται καθήκοντα γενικότερης διευθύνσεως της επιχειρήσεως ή τομέα αυτής και εποπτεία του προσωπικού, έτσι ώστε, όχι μόνο επηρεάζουν αποφασιστικά τις κατευθύνσεις και την εξέλιξη της επιχειρήσεως, αλλά και διακρίνονται εμφανώς από τους άλλους υπαλλήλους, γιατί ασκούν δικαιώματα του εργοδότη σε μεγάλο βαθμό, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η πρόσληψη ή η απόλυση προσωπικού, η ανάληψη ποινικών ευθυνών σε σχέση με την τήρηση της νομοθεσίας στην επιχείρηση για το συμφέρον των εργαζομένων και η λήψη σημαντικών αποφάσεων για την επίτευξη του σκοπού, στον οποίο αποβλέπει ο εργοδότης, και τα οποία συνήθως αμείβονται με αποδοχές που υπερβαίνουν κατά πολύ τα ελάχιστα όρια ή τις καταβαλλόμενες στους άλλους μισθωτούς αποδοχές. Δεν είναι, όμως, αναγκαίο να συντρέχουν όλες οι παραπάνω ή και άλλες περιστάσεις για να χαρακτηρισθεί κάποιος μισθωτός ως διευθύνων υπάλληλος, αφού η έννοια του διευθύνοντος, ανεξαρτήτως του αν ο εργαζόμενος έχει ή όχι τον τίτλο του κατόχου αυτής, αποδίδεται με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια της καλής πίστεως και της κοινής πείρας και λογικής από τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών, που κρίνονται ενιαίως, καθώς και από την ιδιάζουσα θέση εκείνου που τις παρέχει, τόσο προς τον εργοδότη, όσο και προς τους λοιπούς εργαζομένους.
Επειδή στην περίπτωση τόσο της ΟΛΠ ΑΕ, όσο και της ΟΛΘ ΑΕ διευθυντικά στελέχη, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των προαναφερόμενων διατάξεων, αποτελούν και φυσικά πρόσωπα, τα οποία με αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων έχουν οριστεί «αναπληρωτές διευθύνοντες σύμβουλοι» με αρμοδιότητες εκπροσώπησης της ανώνυμης εταιρείας σε τραπεζικές, εμπορικές και άλλες συναλλαγές και συγκεκριμένες οργανικές μονάδες υπαγόμενες σε αυτά.
Επειδή το Παρατηρητήριο διαθέτει πλέον στο αρχείο του σημαντικό αριθμό εγγράφων, από τα οποία συνάγεται ότι φυσικά πρόσωπα, τα οποία εμφανίζονται ως μη εκτελεστικά μέλη διοικητικών συμβουλίων και «αναπληρωτές διευθύνοντες σύμβουλοι» αποτελούν διευθυντικά στελέχη, με αρμοδιότητες εκπροσώπησης των ανωνύμων εταιρειών σε υψηλής σημασίας ζητήματα ενώπιον κρατικών αρχών.
Επειδή, επομένως, δεν νοείται να διαφύγουν του ελέγχου στελέχη, τα οποία φαινομενικά δεν αποτελούν εκτελεστικά μέλη διοικητικού συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας, αλλά ασκούν διευθυντικά καθήκοντα, αποτελώντας κατά νόμω διευθυντικά στελέχη με αρμοδιότητες εκπροσώπησης και όντας για το λόγο αυτό πρόσωπα υπόχρεα σε υποβολή δήλωσης «ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ» και Δήλωσης Οικονομικών Συμφερόντων.
10. Επειδή το Παρατηρητήριο Διαφάνειας Λιμενικού Συστήματος έχει δεχθεί καταγγελίες ότι στην περίπτωση της ΟΛΠ ΑΕ και της ΟΛΘ ΑΕ δόθηκαν γραπτές οδηγίες δήλωση «ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ» να υποβληθεί ΜΟΝΟ από τα εκτελεστικά μέλη των διοικητικών συμβουλίων και από κανέναν άλλον (ιδιοκτήτες, μετόχους, διευθυντικά στελέχη κλπ.)
11. Για τους παραπάνω λόγους, παρακαλούμε :
α. την Αρχή Kαταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες - Μονάδα Γ' να προβεί σε διεξοδικό έλεγχο, προκειμένου να διαπιστώσει εάν ο ν. 3213/2003 εφαρμόστηκε προσηκόντως στην περίπτωση της ΟΛΠ ΑΕ και της ΟΛΘ ΑΕ, καλώντας μας να καταθέσουμε τα στοιχεία, που έχουμε πλέον στην κατοχή μας
β. τις αρμόδιες εισαγγελικές Αρχές να εξετάσουν ενδεχόμενη παράβαση των ποινικών διατάξεων ανωτέρω ν. 3213/2003, αλλά και ενδεχόμενη διάπραξη αδικήματος παράβασης καθήκοντος από το εποπτεύοντα Υπουργεία Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Διατελών μετά τιμής
Για το Παρατηρητήριο Διαφάνειας Λιμενικού Συστήματος
Δ Π Μπακόπουλος
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο της καταγγελίας εδώ: